Άχα, καλό ε;
Η αλήθεια είναι πως το τελευταίο διάστημα, ο ρυθμός με τον οποίο εναλλάσσονται οι ειδήσεις και η εξοργιστική επικαιρότητα έχουν κάμψει ιδιαίτερα τις αντιστάσεις και τις αντοχές μου. Αυτό μου κόστισε την καθημερινή μου παρουσία στο μπλογκ, που τόσο αγχολυτικά λειτουργεί. Όμως το χιούμορ του Αλέξη την Πέμπτη στο κοριτσάκι, κατά την φιέστα του Σουλτς με τους πρόσφυγες, ήταν αρκετό για να με εμπνεύσει, να με καθίσει στην καρέκλα και να γράψω.
Όπως έγινε γνωστό, κατά την επίσκεψη του Αλέξη με τον φίλο του τον Μάρτιν στην Μυτιλήνη, ένα προσφυγόπουλο πλησίασε τον Σουλτς και προτάσσοντας το χέρι του ζήτησε χρήματα. «Money» του απευθύνθηκε. Πριν ο Μάρτιν απαντήσει, ο πρωθυπουργός της πετάχτηκε «κι εγώ το ίδιο του ζητάω».
Διαβάζοντας για το περιστατικό, εκτός από τα μαθητικά μου χρόνια που πετούσαμε τέτοιου είδους εξυπνάδες στην τάξη, θυμήθηκα μία είδηση από τον Βόλο που χτύπησε την επικαιρότητα πριν λίγες εβδομάδες και έκανε πολλούς να ανατριχιάσουν. Και ακόμα περισσότερους να ξεσπάσουν στα γέλια.
Άστεγος, ζητιάνος, βρέθηκε σε μία καφετέρια για να ζητήσει από τους θαμώνες μία μικρή βοήθεια. Τότε, μία παρέα χωρατατζήδων από αυτούς που όλοι μας συναντάμε καθημερινά παντού, του είπε πως εάν βουτήξει στη θάλασσα θα του δώσει δύο ευρώ.
Ο άνθρωπος, μην μπορώντας να πιάσει το υψηλού επιπέδου χιούμορ που έχει γενικώς χτυπήσει τη χώρα τελευταία, πήγε και βούτηξε στα παγωμένα νερά του λιμανιού. Τον είδαν αμέσως μετά οι περαστικοί, μαζεμένο σε μία γωνία να κρυώνει και να προσπαθεί να καταλάβει το αστείο που είχε βυθίσει στο γέλιο την παρέα των αθώων συμπολιτών μας.
Εδώ και λίγους μήνες παρακολουθούμε από τον ΣΥΡΙΖΑ την κωμωδία «εφαρμόζω κι εγώ μνημόνιο». Κωμωδία για τους συντελεστές και όχι τους πολίτες, αφού όπως φαίνεται, περνάνε καλά στα παρασκήνια και αυτό βγαίνει στον κόσμο που παρακολουθεί αποσβολωμένος.
Από την ψήφιση του μνημονίου και μετά, δεν υπάρχει άνθρωπος στη χώρα που να μην έχει αντιληφθεί την αλλαγή του Αλέξη Τσίπρα. Είτε κάποιος την αποτιμά θετικά, είτε αρνητικά, όλοι βλέπουν πως στο δωμάτιο υπάρχει ένας ελέφαντας. Χαμογελαστός και υπερήφανος.
Από τα τουί του των προηγούμενων ετών που έχουν μείνει στην Ιστορία, μέχρι τις κραυγαλέες αντιφάσεις των σημερινών με των χθεσινών του λόγων, το πράγμα πλέον είναι εξόφθαλμο.
Μάλιστα, αυτό έχει οδηγήσει ακόμα και τον Βαγγέλα να δηλώσει πως «δεν τον αναγνωρίζω τον Αλέξη», τον Ρεγκλινγκ του ESM Να πει «ο Τσίπρας νο2 μου αρέσει πολύ περισσότερο από τον Τσίπρα νο1», και εσχάτως τον Μοσκοβισί που αναγνώρισε αυτήν την κυβέρνηση ως την πιο συνεργάσιμη από το 2010. Ακόμα και από του Γιωργάκη.
Όμως δεν είναι μόνο αυτή η μεταστροφή εξόφθαλμη.
Το είδαμε με τα γελάκια και τα αστεία κατά την ψήφιση του μνημονίου, κατά τους πανηγυρισμούς και τα χειροκροτήματα στις ψηφοφορίες των προαπαιτούμενων μέτρων, από τις παλαιοκομματικές δικαιολογίες του κάθε κυβερνητικού στελέχους για την αλλαγή της πολιτικής και της ρητορικής τους.
Ένας σύντροφος πριν λίγους μήνες, μετά την έλευση του τρίτου μνημονίου, μου είχε δώσει την απάντηση γι’ αυτόν τον κατήφορο.
Αναρωτιόμουν τότε, με αφορμή μία δήλωση του Νίκου Παππά που μου έκανε εντύπωση, και σε τίποτα δεν είχε να ζηλέψει αντίστοιχες της Νέας Δημοκρατίας. «Πως είναι δυνατόν να μιλάνε έτσι σήμερα; Πριν λίγους μήνες ήθελαν να τα ισοπεδώσουμε όλα, και μόλις πριν λίγες ημέρες φωνάζαμε όλοι μαζί “ΌΧΙ”».
Τότε η απάντηση που πήρα ήταν πως η εφαρμογή μνημονίων συντελεί ακριβώς αυτή την αλλαγή. Για την ακρίβεια, χωρίς αυτή την μετάλλαξη δεν γίνεται να εφαρμόσεις μνημόνια.
Βέβαια, αυτή είναι μία ρομαντική και ευαίσθητη οπτική από κάποιον με αγνές προθέσεις.
Υπάρχει και η ερμηνεία που λέει πολύ απλά πως, κάποιοι πλέον απελευθερώθηκαν και δεν χρειάζεται να αραδιάζουν τις αρλούμπες που έλεγαν κάθε μέρα για να καβαλήσουν την εξουσία.
Σε κάθε περίπτωση, το χιουμοράκι του Αλέξη το πρωινό της Πέμπτης στη Λέσβο (ή τη Μυτιλήνη δεν θυμάμαι σε ποιο από τα δύο νησιά) είναι ένα αστείο που αξίζει να τον ακολουθεί. Δεν πρέπει να ξεχαστεί. Αντίθετα, θα πρέπει να το θυμόμαστε ως χαρακτηριστικό δείγμα της αποκτήνωσης του Αλέξη.
Λένε και πως εάν βλέπεις να γελάνε και να μην καταλαβαίνεις το αστείο, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γελάνε μαζί σου. Και σήμερα συμβαίνει ακριβώς αυτό. Γελάνε μαζί μας, όπως και με τους εκατοντάδες χιλιάδες κυνηγημένους που καταφθάνουν καθημερινά στην Ευρώπη. Σωστοί. Κι εγώ το ίδιο θα έκανα άμα είχα χάσει κάθε συναίσθηση της πραγματικότητας..
Θα μου πεις, λένε και πως γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος. Λυπάμαι, αλλά ακόμα και να ισχύει αυτό, τίποτα δεν δείχνει πως σύντομα θα τους κόψουμε το γέλιο και θα πεθάνουμε εμείς στα γέλια.
Αντίθετα, πεθαίνουμε αργά, βασανιστικά και με πολύ κλάμα. Και κανένας δεν φοβάται κάποιον που απλώς κάθεται και μυξοκλαίει. Ούτε και τον λυπάται βέβαια…